Κρανιά: Από την εποχή του Ιπποκράτη έως σήμερα


Αν και η αξία του ξύλου και των καρπών της έχει επισημανθεί ήδη από την εποχή του Ιπποκράτη και στην αρχαία Ελλάδα έφτιαχναν δόρατα και βέλη από το ξύλο της, ακόμα πιο χρήσιμη ήταν στην παραδοσιακή ελληνική βοτανοθεραπεία, καθώς τα κράνα συμπεριλαμβάνονται στην καταπολέμηση αρκετών ασθενειών που σχετίζονται με την πέψη.
Σε μελέτη που πραγματοποιήθηκε στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης διαπιστώνεται πως τα κράνα είναι σημαντικής διατροφικής αξίας, καθώς είναι πλούσια σε αντιοξειδωτικά και η ολική αντιοξειδωτική τους ικανότητα είναι υψηλότερη από κάθε άλλο φρούτο με το οποίο συγκρίθηκαν.
Συγκεκριμένα, εξετάστηκαν ελληνικές ποικιλίες κρανιάς που ήδη καλλιεργούνται και έγινε σύγκριση με 62 ποικιλίες από 17 είδη οπωροφόρων με τη μέθοδο ΕΚΛΡ. Όπως προέκυψε, η αντιοξειδωτική ικανότητα των διαφόρων ειδών που μελετήθηκαν -με φθίνουσα σειρά- ήταν: κράνα, τζίτζιφα, κεράσια, κόκκινα σταφύλια, βατόμουρα, αχλάδια, λωτοί, δαμάσκηνα, ροδάκινα, λευκά σταφύλια, ρόδια, μήλα, νεκταρίνια, ακτινίδια, κυδώνια, σύκα, βερίκοκα. Διαφοροποιήσεις βρέθηκαν και μεταξύ ποικιλιών του κάθε είδους.
Σήμερα νέες έρευνες αποδεικνύουν πως τα κράνα περιέχουν υψηλό επίπεδο φλαβανοειδών και ανθοκυάνης κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης και ωρίμανσης του καρπού. Επίσης, έχει διαπιστωθεί με εργαστηριακές αναλύσεις ότι περιέχουν βιταμίνη C και είναι πλούσια σε καροτίνη, πηκτίνη και τανίνη, καθώς και υψηλή περιεκτικότητα σε σίδηρο (Fe). Σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφική έρευνα της Φαρμακευτικής Σχολής του Α.Π.Θ., το κράνο περιέχει φλαβανοειδή, ανθοκυανίνες, έντονα αντιοξειδωτικά και φαινολικά παράγωγα. Λόγω των εμπεριεχομένων τανινών έχει, επίσης, στυπτικές ιδιότητες.

Γνωστή από την αρχαία Ελλάδα: Η κρανιά (Cornus mas) είναι ένας φυλλοβόλος θάμνος που αυτοφύεται στη νότια Ευρώπη και στη νοτιοδυτική Ασία. Στη χώρα μας συναντάται κυρίως στη βόρεια Ελλάδα, ως θάμνος ή ως δέντρο 5-12 μέτρων. Έχει σκούρους καφέ βραχίονες και πράσινα φύλλα, που γίνονται κίτρινα το φθινόπωρο και πέφτουν τον χειμώνα (φυλλοβόλο). Ειδικότερα τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο, έχει κίτρινα άνθη σε γυμνά κλαδιά και κόκκινους εδώδιμους καρπούς, με σαρκώδες περίβλημα, που φτάνουν σε μήκος τα 1,5-2 εκ. και ωριμάζουν από τον Αύγουστο έως τον Σεπτέμβριο, τα γνωστά «κράνα». Οι καρποί της κρανιάς δεν πρέπει να συγχέονται με τα κράνμπερι (μύρτιλλα μακρόκαρπα).
Παρά το γεγονός ότι είναι φυτό της εύκρατης ζώνης, αντέχει σε πολύ χαμηλές θερμοκρασίες. Ευδοκιμεί σχεδόν σε όλους τους τύπους των εδαφών, αλλά προτιμά εδάφη χαλαρά και κυρίως ασβεστολιθικά. Είναι φυτό που αγαπά το φως, ενώ αντέχει στην ξηρασία και στους παγετούς. Μια από τις σημαντικότερες χρήσεις της κρανιάς είναι ότι αποτελεί όμορφο καλλωπιστικό φυτό, αφού ανθίζει μέσα στον χειμώνα, ενώ και την περίοδο ωρίμανσης των καρπών είναι εξαιρετικά ελκυστική. Η κρανιά χρησιμοποιείται στην κηποτεχνία, με κυρίαρχα χαρακτηριστικά την εποχή και τη διάρκεια άνθισης.
Η κρανιά, καθώς πρόκειται για δέντρο δασικό που αυτοφύεται σε πολλές περιοχές της χώρας μας, ουδέποτε καλλιεργήθηκε σε εμπορική κλίμακα κατά το παρελθόν. Όμως, ο καρπός της, το κράνο, διαθέτει εξαιρετικά ισχυρές αντιοξειδωτικές ιδιότητες, καθώς περιέχει βιταμίνες C και Ε, καροτινοειδή και φαινολικές ενώσεις.
Φαρμακευτικό φυτό
Στην αρχαιότητα χρησιμοποιούταν οι καρποί της κρανιάς κυρίως για φαρμακευτικούς σκοπούς.

Στην «Ιλιάδα»
Το δέντρο είναι γνωστό από την εποχή του Ομήρου με το όνομα «κράνεια», και μάλιστα αναφέρεται στην «Ιλιάδα» (Π, 767). Ο Όμηρος αναφέρει ότι η φοβερή Κίρκη παρέθεσε στον Οδυσσέα και στην παρέα του για τροφή «καρπόν κρανείας και άκυλλον βάλανον», κράνα, δηλαδή, και πουρναρίσια βαλανίδια.

Σύμφωνα με τον Θεόφραστο, το ξύλο της κρανιάς ήταν τόσο σκληρό όσο και το κόκκαλο και το χρησιμοποιούσαν για να φτιάχνουν κυνηγητικές λόγχες, πολεμικά ακόντια, τόξα και μπαστούνια.

Σύμφωνα με τον Παυσανία, οι αρχαίοι Έλληνες έφτιαξαν τον Δούρειο Ίππο με ξυλεία κρανιάς από το ιερό δάσος του Απόλλωνα. Από το ίδιο ξύλο φτιάχνονταν και τα μακεδονικά δόρατα, οι γνωστές «σάρισες».

Ήδη από την αρχαιότητα χρησιμοποιούνταν οι καρποί της κρανιάς και για φαρμακευτικούς σκοπούς.

Το κράνο, περιέχει υψηλό επίπεδο φλαβενοειδών και ανθοκυανίνη κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης και ωρίμανσης του καρπού (έχουν επισημανθεί 4 φλαβενοειδή). Επίσης έχει διαπιστωθεί με εργαστηριακές αναλύσεις ότι περιέχει βιταμίνη C και είναι πλούσιο σε καροτίνη, πηκτίνη και τανίνη, καθώς και υψηλή περιεκτικότητα σε σίδηρο (Fe).

Σύμφωνα με διεθνή βιβλιογραφική έρευνα της Φαρμακευτικής σχολής του Α.Π.Θ., το κράνο περιέχει φλαβενοειδή, ανθοκυανίνες, έντονα αντιοξειδωτικά και φαινολικά παράγωγα.

Λόγω των εμπεριεχομένων τανινών έχει επίσης στυπτικές ιδιότητες.

Εξαιτίας των εμπεριεχομένων πηκτινών είναι ρυθμιστικό των κινήσεων του εντέρου.
Οι ντόπιοι στα ορεινά της Ελλάδος χρησιμοποιούν προϊόντα από Κράνα για κεράσματα αλλά και για καρδιακές παθήσεις, πόνους κοιλιάς , πόνους περιόδου, στομαχικές κι εντερικές διαταραχές , ως χωνευτικό ,κατά της διάρροιας , στην περίοδο της εγκυμοσύνης, ως τονωτικό τις ώρες εργασίας και μετά από αθλητικές δραστηριότητες.

Έρευνες απέδειξαν ότι τα κράνα έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε φλαβενοειδή, ανθοκυανίνες και φαινολικά παράγωγα. Σε άλλες εργαστηριακές έρευνες βρέθηκε μεγάλη περιεκτικότητα σε σίδηρο (Fe) αλλά και βιταμίνη C (103 mg/100 g), καθώς και υψηλή περιεκτικότητα σε ασκορβικό οξύ (4873 mg/100 g, περισσότερο από φράουλες, πορτοκάλια και ακτινίδια), καροτίνη και τανίνες.


Πηγές: fytro.wordpress.com
            www.e-geoponoi.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου